Παιδικός σταθμός: Η ώρα του μεγάλου αποχωρισμού…
Συνέντευξη της νηπιαγωγού Μαρίας Καρακώστα στο blog.pharmacyline.gr
Ο παιδικός σταθμός σηματοδοτεί ένα σημαντικό ξεκίνημα στη ζωή του παιδιού. Είναι η στιγμή του πρώτου αποχωρισμού από την ασφάλεια της οικογενειακής εστίας και παράλληλα η πρώτη απόπειρα ένταξής του σε ένα κοινωνικό πλαίσιο. Πολλοί γονείς είναι προβληματισμένοι και προσπαθούν να πάρουν την καλύτερη απόφαση για το μέλλον του παιδιού τους: είναι το παιδί έτοιμο να πάει σε παιδικό σταθμό, ποια είναι τα πλεονεκτήματα του παιδικού σταθμού, σε ποια κριτήρια πρέπει να βασιστεί η επιλογή του παιδικού σταθμού, μήπως τελικά είναι καλύτερα να μείνει το παιδί στο σπίτι, είναι μόνο μερικά από τα ερωτήματα που απασχολούν τους γονείς και που στη σημερινή μας συζήτηση απευθύνουμε στην νηπιαγωγό και κάτοχο μεταπτυχιακού διπλώματος εξειδίκευσης στην Δυσλεξία, στα Προβλήματα Προσαρμογής και στην Σχολική Ψυχολογία, κα. Μαρία Καρακώστα.
Κυρία Καρακώστα, ποια είναι η κατάλληλη ηλικία για να πάει ένα παιδί στον παιδικό σταθμό;
Μετά τα 2,5 χρόνια, το παιδί είναι πλέον έτοιμο για να πάει στον παιδικό σταθμό, μέχρι τότε όμως, είναι προτιμότερο, αν υπάρχει η δυνατότητα το παιδί να μένει σπίτι με την μητέρα του. Σε περίπτωση που η μαμά είναι υποχρεωμένη να επιστρέψει στον επαγγελματικό της χώρο νωρίτερα, καλό θα ήταν το παιδί να μείνει στο σπίτι με κάποιο πρόσωπο «δικό του», με το οποίο θα νιώθει ασφάλεια και σταθερότητα, όπως ο παππούς κι η γιαγιά ή μια εξειδικευμένη baby sitter.
Ποια είναι τα πλεονεκτήματα του παιδικού σταθμού;
Ο παιδικός σταθμός έχει πολλά οφέλη για το παιδί, καθώς τα ερεθίσματα που δέχεται εκεί είναι ποικίλα και πολλά και συμβάλλουν στο να αναπτύξει το παιδί από πολύ μικρή ηλικία νοητικές δεξιότητες και να αποκτήσει με δομημένο τρόπο γνώσεις. Το μεγαλύτερο ίσως όφελος είναι η δυνατότητα κοινωνικοποίησης του παιδιού, το οποίο μαθαίνει να συναναστρέφεται με άλλα παιδιά, να μοιράζεται, να συνυπάρχει. Παράλληλα, το παιδί γίνεται από πολύ νωρίς αυτόνομο, με την έννοια ότι μαθαίνει να τρώει μόνο του, να πηγαίνει τουαλέτα, δεξιότητες που στο περιβάλλον του σπιτιού θα καθυστερούσαν αρκετά να αναπτυχθούν λόγω της υπερ-προστατευτικότητας των γονιών.
Υπάρχει όμως ένα μεγάλο μειονέκτημα που αποτελεί και τον πιο συχνό φόβο των γονιών: οι ιώσεις. Το παιδί εκτίθεται σε ιούς και μικρόβια και είναι σίγουρο ότι τον πρώτο χρόνο τουλάχιστον θα αρρωσταίνει αρκετά συχνά, γεγονός που αποτελεί φυσική διαδικασία στην πορεία της ανάπτυξης του ανοσοποιητικού του συστήματος.
Ποιο είναι το ύψος των διδάκτρων σε έναν παιδικό σταθμό;
Υπάρχουν δημοτικοί και ιδιωτικοί σταθμοί. Στην πρώτη κατηγορία υπάρχουν πολλές διαβαθμίσεις στο κόστος, το οποίο κατά κύριο λόγο εξαρτάται από το εισόδημα της οικογένειας, όπως αυτό πιστοποιείται μέσω της φορολογικής δήλωσης των γονέων. Έτσι το ύψος των διδάκτρων κυμαίνεται από 30-150 ευρώ τον μήνα, με εξαιρέσεις βέβαια σε περιπτώσεις άνεργων γονέων ή μονογονεϊκών οικογενειών, όπου δεν καταβάλλεται κάποιο αντίτιμο ή καταβάλλεται κάποιο συμβολικό ποσό.
Στους ιδιωτικούς σταθμούς το κόστος εξαρτάται από τις δραστηριότητες που μπορεί να προσφέρει (ιππασία, κολύμβηση, κα), οπότε κατά περιπτώσεις μπορεί να αγγίζει και τα 500 ευρώ μηνιαίως.
Σε περίπτωση που οι γονείς έχουν την οικονομική άνεση να στείλουν το παιδί σε σταθμό της επιλογής τους, τι θα πρέπει να σταθμίσουν πριν λάβουν την τελική τους απόφαση;
Σίγουρα ο χώρος, οι υποδομές ενός σταθμού παίζουν ρόλο στην τελική επιλογή των γονέων. Ένα περιβάλλον ζεστό, με όμορφα χρώματα, καθαρό, με τάξη και οργάνωση που πάνω απ’ όλα είναι ασφαλές για το παιδί προδιαθέτει θετικά τον γονιό. Πέρα όμως από τις υποδομές και τις εγκαταστάσεις ενός παιδικού σταθμού, τον βασικό ρόλο παίζει το έμψυχο δυναμικό του. Η στάση του προσωπικού αποτελεί το υπέρτατο κριτήριο επιλογής: οι δασκάλες, η προϊσταμένη, αλλά και το βοηθητικό προσωπικό του σταθμού πρέπει να εμπνέουν ζεστασιά, να κάνουν τον γονιό αλλά και το παιδί να νιώθει άνετα, να δημιουργούν στο παιδί την αίσθηση της θαλπωρής που νιώθει στο σπίτι του.
Εξάλλου, τα παιδιά σε αυτή τη φάση της ζωής τους βρίσκονται σε μια πολύ ευαίσθητη ηλικία, η οποία θα διαμορφώσει τον αυριανό ψυχισμό τους. Ας μην ξεχνάμε ότι μέχρι την ηλικία των 6 ετών διαμορφώνουμε το 80% της προσωπικότητάς μας. Ο παιδικός σταθμός αποτελεί στην ουσία μια προέκταση της οικογενειακής εστίας κι γι’ αυτό θα πρέπει να δώσουμε βαρύτητα στον ρόλο που θα διαδραματίσει στην συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού.
Γι’ αυτό κι ως επαγγελματίας αλλά και ως άνθρωπος δεν εντυπωσιάζομαι τόσο από τις δραστηριότητες και τις γνωσιακές ευκαιρίες που προσφέρει ένας σταθμός στο παιδί, αλλά από την καλλιέργεια των κατάλληλών συνθηκών για την σωστή συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Θα πρέπει το προσωπικό του παιδικού σταθμού να συνδυάζει την εξειδικευμένη μαθησιακή προσέγγιση με την ευαισθησία της μαμάς. Όπως συνηθίζω να λέω, οι νηπιαγωγοί θα πρέπει να μπορούν να παίξουν τον ρόλο της «μαμάς» ή έστω της «αγαπημένης θείας» των παιδιών.
Θεωρείτε σκόπιμο οι γονείς να έχουν μαζί τους το παιδί όταν επισκέπτονται τους παιδικούς σταθμούς για να δουν τις αντιδράσεις του;
Πολλοί γονείς το κάνουν, αλλά ειλικρινά δεν νομίζω ότι το παιδί μπορεί να συμβάλλει ουσιαστικά στην διαδικασία της επιλογής, είναι πολύ μικρό ακόμη για να αποφασίσει ενσυνείδητα. Τα παιδιά μπορούν να εντυπωσιαστούν από ένα παιχνίδι, από έναν όμορφο χώρο, από κάποιο άλλο παιδάκι που θα θελήσουν να παίξουν μαζί του, αλλά μέχρι εκεί. Ο γονιός είναι αυτός που με το «χέρι στην καρδιά» θα κάνει την επιλογή που θεωρεί καλύτερη για το παιδί του. Εξάλλου, δεν νομίζω ότι υπάρχει στην Ελλάδα τόσο μεγάλη γκάμα επιλογών, καθώς οι παιδικοί σταθμοί δεν είναι τόσο πολλοί, και η επιλογή τους συνήθως συναρτάται και από παράγοντες όπως η κοντινή τους απόσταση από το σπίτι ή την δουλειά των γονιών, η οικονομική τους κατάσταση, κα.
Το μεγάλο δίλημμα: Σταθμός ή σπίτι;
Είναι μια απόφαση που κινείται ανάμεσα στο συναίσθημα και την λογική. Το συναίσθημα θα προκρίνει το να μείνει το παιδί στο σπίτι και η λογική το να πάει στον σταθμό. Έχοντας ήδη αναλύσει τα υπέρ και τα κατά του σταθμού, θα αναφερθώ στην επιλογή του να μείνει το παιδί στο σπίτι, όπου κι εδώ έχουμε δύο ενδεχόμενα: είτε να αναλάβει την φύλαξη του παιδιού κάποιος από τους παππούδες είτε μια επαγγελματίας baby sitter. Στην πρώτη περίπτωση, ο γονιός αισθάνεται μεγαλύτερη συναισθηματική ασφάλεια, καθώς είναι κοινός τόπος ότι οι παππούδες λατρεύουν τα εγγόνια τους και παράλληλα, απαλλάσσεται από οποιαδήποτε οικονομική επιβάρυνση. Θα πρέπει όμως να είναι ξεκάθαρο ότι ο παππούς ή η γιαγιά αναλαμβάνουν αυτόν τον ρόλο, επειδή το θέλουν, χωρίς να αναγκάζονται να το πράξουν. Κι αυτό, γιατί θα επωμιστούν μια ευθύνη που ενδέχεται να τροποποιήσει το πρόγραμμά τους και την κοινωνική τους ζωή και θα πρέπει να είναι πρόθυμοι και συνειδητοποιημένοι να αναλάβουν αυτόν τον ρόλο. Επίσης συχνά υπάρχει ο κίνδυνος τριβής των σχέσεων των γονέων με τα παιδιά τους, όταν υπάρχουν διαφορετικές αντιλήψεις σχετικά με την ανατροφή των εγγονών τους.
Από την άλλη πλευρά, η εξειδικευμένη baby sitter μπορεί να προσφέρει στο παιδί όλα τα ερεθίσματα και τις δυνατότητες νοητικής και συναισθηματικής ανάπτυξης που προσφέρει ο παιδικός σταθμός, με εξαίρεση ίσως τις δυνατότητες κοινωνικοποίησης του παιδιού. Ωστόσο, η καθημερινή βόλτα στην παιδική χαρά ή σε κάποιον παιδότοπο μπορούν να αναπληρώσουν το κομμάτι της επικοινωνίας και της συναναστροφής του παιδιού με άλλα παιδάκια. Παράλληλα, το παιδί απολαμβάνει τα οφέλη της ατομικής ενασχόλησης της παιδαγωγού μαζί του, χωρίς να υπάρχει ο κίνδυνος να το «κακομάθει», όπως συχνά συμβαίνει με τους συγγενείς που δεν χαλάνε ποτέ χατίρι στο παιδί. Στην περίπτωση της baby sitter θα έλεγα ότι το μόνο αρνητικό, πέραν του κόστους, είναι η αδυναμία των γονιών να εμπιστευθούν το παιδί τους σε έναν «ξένο» άνθρωπο. Αν όμως βρεθεί το άτομο που πληροί τις προϋποθέσεις του γονιού και κερδίσει την εμπιστοσύνη του, τότε σίγουρα η baby sitter έχει να προσφέρει πολλά στο παιδί και σε μαθησιακό και σε συναισθηματικό επίπεδο.
Κλείνοντας, θα ήθελα να πω ότι δεν υπάρχει απόλυτα σωστή ή απόλυτα λάθος επιλογή. Το τι θα επιλέξει κάθε γονιός εξαρτάται από την προσωπική του στάση για την ανατροφή του παιδιού του , τις οικονομικές του δυνατότητες, την ωριμότητα του παιδιού.
Όποια λύση και αν ακολουθηθεί όμως, πρέπει να την στηρίξουμε μέχρι τέλους, γιατί οι παλινδρομήσεις των γονιών επηρεάζουν την ψυχολογία των παιδιών με αρνητικό τρόπο.
Μου δίνετε έτσι την ευκαιρία να περάσω στην επόμενη ερώτησή μου, για το πώς τελικά οι μαμάδες ξεπερνούν τον φόβο του αποχωρισμού και πώς μπορούν να βοηθήσουν και το παιδί να συνειδητοποιήσει την νέα πραγματικότητα στη ζωή του;
Τo μόνο σίγουρο είναι ότι το να αποχωριστεί κάποιος έστω και για λίγες ώρες το πρώτο του παιδί είναι πάρα πολύ δύσκολο και στα δέκα χρόνια της επαγγελματικής μου εμπειρίας δεν έχω γνωρίσει πολλούς γονείς, οι οποίοι να αφήνουν το παιδί τους και να φεύγουν ήρεμοι. Το πόσο υπερ-προστατευτικός είναι ένας γονιός επηρεάζει το πόσο έντονα θα βιώσει αυτή την διαδικασία του αποχωρισμού. Αν όμως η μητέρα αποδεχτεί ψυχολογικά ότι έφτασε η στιγμή να «κοπεί ο ομφάλιος λώρος» και ότι το παιδί είναι έτοιμο πλέον να ενταχθεί σε ένα ευρύτερο περιβάλλον, τα πράγματα γίνονται πιο εύκολα. Και βέβαια, όσο περνάει ο καιρός και βλέπει ότι το παιδί είναι ήρεμο, ευτυχισμένο, πηγαίνει με χαμόγελο στο σταθμό, θα νιώθει πιο ήρεμη.
Είναι όμως πολύ σημαντική η στάση που θα κρατήσει τον πρώτο καιρό για να διευκολύνει και το παιδί να αποδεχτεί την νέα αυτή πραγματικότητα. Θα πρέπει να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει τους «ψυχολογικούς εκβιασμούς» του παιδιού, το οποίο είναι λογικό να αντιδράσει στην αρχή. Τις περισσότερες φορές τα παιδιά επιχειρούν να δοκιμάσουν τα όρια των γονέων και να τεστάρουν τις αντοχές τους, επιδιδόμενα σε κλάματα και υστερίες. Αν όμως η μαμά είναι αμετακίνητη, μιλήσει στο παιδί, το χαιρετίσει πριν φύγει για την δουλειά της και του εξηγήσει ότι θα επιστρέψει για να το πάρει στο σχόλασμα θα το αποδεχθεί και το παιδί. Η προσαρμογή του παιδιού στον παιδικό σταθμό γίνεται σταδιακά, αρχικά κάθεται μία ώρα, την επόμενη μέρα δύο μέχρι να ενταχθεί πλήρως στο νέο περιβάλλον. Συνεπώς είναι θέμα χρόνου και για το παιδί, αλλά και για τη μητέρα να προσαρμοστούν στην νέα πραγματικότητα της ζωής τους.
Κυρία Καρακώστα, σας ευχαριστώ πολύ για την ενδιαφέρουσα συζήτηση.
Κι εγώ σας ευχαριστώ.
Μαρία Καρακώστα
ΕΚΠΑ ΤΕΑΠΗ Νηπιαγωγός
MSc Δυσλεξία- Προβλήματα Προσαρμογής- Σχολική Ψυχολογία
Paraskevimaria@yahoo.gr